Virginia Woolf: είχε νευρική ανορεξία;
Η εύθραυστη ψυχολογία της Virginia Woolf, μιας από τις σημαντικότερες συγγραφείς του μοντερνισμού, είναι κοινός τόπος για τους βιογράφους και τους μελετητές του έργου της. Ωστόσο, μια συγγενής της συγγραφέως, η ανιψιά της Emma Woolf, φωτίζει άλλη μια πτυχή των δαιμόνων που καταδίωκαν τη σπουδαία Βρετανίδα λογοτέχνιδα: υποστηρίζει ότι η θεία της έπασχε από νευρική ανορεξία.
Η Emma Woolf, που τον προηγούμενο χρόνο δημοσίευσε στα απομνημονεύματά της και τη δική της μάχη με τη συγκεκριμένη διατροφική διαταραχή, έγραψε στην εφημερίδα Mail ότι συνειδητοποίησε την κατάσταση της θείας της, μόλις αντίκρισε μια φωτογραφία της από το 1932, που απεικονίζει «ένα άτομο το οποίο σίγουρα πάσχει από ανορεξία».Το συμπέρασμα αυτό οδήγησε την Emma να ανατρέξει στην αλληλογραφία και τα ημερολόγια της Virginia και του συζύγου της, Leonard. Εκεί ανακάλυψε ότι ήδη από το 1913, όταν η Virginia υπέστη και τον τρίτο νευρικό κλονισμό της, τα σημάδια της ασθένειας ήταν εμφανή.
Η Εmma Woolf βλέποντας τη διάσημη θεία της υπερβολικά αδύνατη στην περίφημη φωτογραφία του 1932 , αναρωτιέται αν η ασθένεια έχει πραγματικά κληρονομικό υπόβαθρο.
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να κάνω τη Virginia να φάει», έγραφε εκείνη την εποχή ο άντρας της Virginia Woolf, συμπληρώνοντας ότι «αν ήταν στο χέρι της, θα είχε κυριολεκτικά πεθάνει από την αφαγία». Ωστόσο δεν τη χαρακτήρισε ποτέ ανορεκτική. Παρότι ο ιατρικός όρος είχε καθιερωθεί από το 1873, δεν είχε περάσει στο καθημερινό λεξιλόγιο όπως σήμερα. Ο Leonard έγραφε απελπισμένος: «πάντα υπήρχε κάτι παράλογο στη σχέση της Virginia με το φαγητό. Ήταν ασυνήθιστα δύσκολο να την κάνεις να καταναλώσει την απαραίτητη ποσότητα τροφής ώστε να είναι υγιής και δυνατή». Ανέφερε επίσης, ότι τα γεύματα διαρκούσαν κοντά στις δύο ώρες κατά τις οποίες έπρεπε να κάθεται συνεχώς δίπλα της, να της κρατά το πιρούνι και να την παρακαλά να φάει. Οι εικόνες αυτές είναι οδυνηρά οικείες στην Emma Woolf, που πέρασε ακριβώς τα ίδια όταν έπασχε από ανορεξία: η αδερφή της δεν έφευγε από το πλευρό της μέχρι να καταναλώσει «έστω μια πατάτα», όπως θυμάται χαρακτηριστικά.
Η βιογράφος της Virginia Woolf, η Hermione Lee γράφει ότι «η πνευματική κατάσταση της συγγραφέως συχνά εκδηλωνόταν και σωματικά με εξάντληση, γρήγορους παλμούς, ή και πιο ακραία με διστακτικότητα απέναντι στο φαγητό κι απώλεια βάρους». Η Lee απέκλειε όμως την περίπτωση της ανορεξίας καθώς η διατροφική αυτή διαταραχή έχει τις ρίζες της στην ψύχωση κάποιου με το σώμα του, κάτι που δεν ίσχυε για τη συγγραφέα. «Απλά δεν μπορούσε να φάει», υποστηρίζει η βιογράφος.
Η Emma Woolf δεν φαίνεται να προσχωρεί σε αυτή τη θεωρία: «η Lee έχει δίκιο. Η Virginia δεν είχε εμμονή με το σώμα της. Αλλά ούτε κι εγώ είχα και όμως υπέφερα από την ανορεξία. Στη ζωή μου, ξανά και ξανά, σε περιόδους συναισθηματικής αναστάτωσης δεν μπορούσα να φάω. Η αιτία της ανορεξίας είναι το άγχος και η συναισθηματική αναταραχή και όχι η επιθυμία να είναι κανείς λεπτός. Πιστεύω ότι αυτό βίωσε και η Virginia, όταν η ζωή γινόταν πολύ δύσκολη, σταματούσε να τρώει».
Σύμφωνα με την Emma Woolf, η ανορεξία είναι δώδεκα φορές πιο πιθανό να εμφανιστεί σε έναν άνθρωπο, αν κάποιος συγγενής του υποφέρει από την ίδια ασθένεια.
Μια άλλη βιογράφος της Virginia Woolf, η Julia Briggs μοιάζει να βρίσκεται πιο κοντά στην επιχειρηματολογία της ανιψιάς της συγγραφέως. Στο βιβλίο της επισημαίνει ότι «η ανορεξία ήταν ένα από τα κύρια συμπτώματα της Woolf. Για αρκετούς μήνες το 1910 ήταν άρρωστη και υπέφερε από πονοκεφάλους, αϋπνία και ανορεξία».
<< Αρχική σελίδα