Ο Γιώργος Παπανδρέου τα βάζει τώρα με τους πλούσιους: 505 άνθρωποι στην Ελλάδα κατέχουν το 1/3 του ΑΕΠ
Την ανισότητα θέτει ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της παγκόσμιας
οικονομίας ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου σε νέο του άρθρο στο
CNBC.
Στο άρθρο του με τίτλο «Η ανισότητα απειλεί τη Δημοκρατία» , ο κ. Παπανδρέου θέτει την ανισότητα
ως το βαθύτερο πρόβλημα της παγκόσμιας οικονομίας το οποίο, όπως σημειώνει, «δεν είχαμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε».
Στη συνέχει ο πρώην πρωθυπουργός ασκώντας κριτική στις πολιτικές που σκόπευαν να προωθήσουν την ανάκαμψη μετά την οικονομική κρίση, σημειώνει πώς το μόνο που κατάφεραν τελικά ήταν να διευρύνουν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Μάλιστα, φέρνει ως παράδειγμα την Ελλάδα, τονίζοντας ότι στη χώρα μας «505 άνθρωποι (0,05% του πληθυσμού) κατέχουν περίπου το 1/3 του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Παράλληλα, το 1/3 των Ελλήνων απειλούνται από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό»
«Η κατάσταση αυτή είναι ηθικά, οικονομικά και πολιτικά μη βιώσιμη. Απαιτεί δομικές αλλαγές στον τρόπο μέτρησης της οικονομικής προόδου και στον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε την «ανάκαμψη»», προσθέτει ο Γιώργος Παπανδρέου.
Αναλυτικά το άρθρο του:
«Η ανισότητα απειλεί τη Δημοκρατία
Δεν είναι λίγες οι αναλύσεις για τους κινδύνους στην παγκόσμια οικονομία, τις ανισορροπίες, τα θεσμικά ελλείμματα και την απορρύθμιση των αγορών, που έβαλαν την οικονομία στη δίνη ενός καθοδικού σπιράλ, μόλις πριν 5 χρόνια.
Όμως, η εμπειρία μου, ως Πρωθυπουργός, όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα, επιβεβαίωσε την πίστη μου, πως παρά το γεγονός ότι κάθε πρόκληση από τις παραπάνω είναι από μόνη της μία μεγάλη απειλή, δεν παύουν να είναι όλες τα συμπτώματα ενός βαθύτερου προβλήματος, που μέχρι σήμερα δεν είχαμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε: Την ανισότητα
Τα τρία τελευταία χρόνια το World Econimic Forum, ένας οργανισμός – ασπίδα του καπιταλισμού, έχει υποδείξει την ανισότητα στα εισοδήματα ως το μεγαλύτερο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία. Και ο Πρόεδρος Obama, πρόσφατα, δήλωσε πως θα αφιερώσει το υπόλοιπο της προεδρίας του στην καταπολέμηση της ανισότητας, αυτής που αποκάλεσε «την καθοριστική πρόκληση των εποχών μας». Τέτοιες ισχυρές δεσμεύσεις είναι τόσο ευπρόσδεκτες, όσο και αναγκαίες.
Δυστυχώς, όμως, κινούμαστε ακόμα προς τη λάθος κατεύθυνση.
Πολιτικές που σκόπευαν να προωθήσουν την οικονομική ανάκαμψη μετά την οικονομική κρίση, μόνο διεύρυναν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Σήμερα, οι 85 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο κατέχουν τόσο πλούτο όσο τα 3,5 δις των φτωχότερων ανθρώπων, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνά της η Oxfam. Από το 2009, το πλουσιότερο 1% των Αμερικανών έχει αποκομίσει το 95% των εισοδημάτων. Στην Ελλάδα, 505 άνθρωποι (0,05% του πληθυσμού) κατέχουν περίπου το 1/3 του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Παράλληλα, το 1/3 των Ελλήνων απειλούνται από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η κατάσταση αυτή είναι ηθικά, οικονομικά και πολιτικά μη βιώσιμη. Απαιτεί δομικές αλλαγές στον τρόπο μέτρησης της οικονομικής προόδου και στον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε την «ανάκαμψη».
Τα μακροπρόθεσμα κόστη της ανισότητας αυτής μας απειλούν, πέρα από τις εθνικές μας οικονομίες. Βρίσκεται σε κίνδυνο η ίδια η κοινωνική συνοχή καθώς τα επίπεδα διαβίωσης καταρρέουν και τα αναχώματα της κοινωνικής κινητικότητας, της παγκόσμιας παιδείας, υγείας, κοινωνικής ασφάλισης και των συλλογικών διαπραγματεύσεων απογυμνώνονται. Χωρίς ίσες ευκαιρίες οι πολίτες ούτε να μοιραστούν ισότιμα θα μπορούν, ούτε να δημιουργήσουν μέσα σε μία δυναμική, παγκόσμια οικονομία.
Αυτή η de facto αρνητική διάκριση βοηθά στην ανάδυση ενός επικίνδυνου, αναχρονιστικού καπιταλιστικού συστήματος, που διαστρεβλώνει την οικονομική ανάπτυξη και διαφθείρει τους δημοκρατικούς μας θεσμούς. Η ισχύς και η επιρροή εδραιώνονται και συγκεντρώνονται στην κορυφή του συστήματος, απορροφώντας δημόσιους πόρους προς ιδιωτικό όφελος. Τα οικονομικά οφέλη ιδιωτικοποιούνται ενώ η «χασούρα» κοινωνικοποιείται. Οι πολιτικές υπαγορεύονται από πανίσχυρα ειδικά συμφέροντα και τον όποιο πανικό των αγορών.
Οι πολίτες, δικαιολογημένα, αποξενώνονται και αγανακτούν από αυτή την έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης. Πολλοί βλέπουν την ίδια την Δημοκρατία ως μία χρεοκοπημένη έννοια και προτιμούν να απέχουν από τη συμμετοχή τους σ αυτή. Άλλοι στρέφονται σε ακραίες πολιτικές ομάδες, που τροφοδοτούν μια ακραία πολιτική πόλωση.
Οι δημοκρατίες μας δεν είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να λειτουργούν ισότιμα στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Για το λόγο αυτό, τα μέτρα που θα προωθήσουν την οικονομική ανάκαμψη στη μετά-κρίση εποχή, θα πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές που προωθούν και τη δημοκρατική ανάκαμψη, την αναδιανομή όχι μόνο του πλούτου αλλά και της εξουσίας στους πολίτες. Δημοψηφίσματα, επιτροπές πολιτών, αποκεντρωμένη εξουσία και ψηφιακή δημοκρατία είναι μερικά μόνο από τα διαθέσιμα εργαλεία, ικανά να ενδυναμώσουν τις κοινωνίες μας.
Η ανοικοδόμηση, όμως, της εμπιστοσύνης στη Δημοκρατία δεν αρκείται στη βεβαίωση της συμμετοχής. Παράλληλα με την προοδευτική φορολογία και το ελάχιστο όριο διαβίωσης, ένας απλός τρόπος αποκατάστασης της κοινωνικής ισότητας και δικαιοσύνης είναι ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Οι χρηματοοικονομικοί θεσμοί οφείλουν να καταλάβουν πως το να επενδύσουν ένα πολύ μικρό μέρος των κερδών τους στο κοινό καλό, θα αποβεί και προς το συμφέρον τους: Περισσότερες θέσεις εργασίας συνεπάγονται και μεγαλύτερη παραγωγικότητα, ενώ μεγαλύτερη κοινωνική ισότητα συνεπάγεται μικρότερη οικονομική και πολιτική αστάθεια.
Σ αυτούς που ισχυρίζονται πως «ο αδέσμευτος και απεριόριστος καπιταλισμός είναι κοινωνικό αγαθό» και πως «η μείωση της ανισότητας είναι μάταιη», ο Πάπας Φραγκίσκος έστειλε πρόσφατα ένα ισχυρό μήνυμα: «Σας ζητώ να διασφαλίσετε πως ο πλούτος εξυπηρετεί την ανθρωπότητα, δεν την κυριαρχεί». Αυτός πρέπει και να είναι ο στόχος του κάθε ηγέτη που ενδιαφέρεται για την μακροπρόθεσμη ευημερία και βιωσιμότητα της παγκόσμιας κοινωνίας μας».
Φωτογραφία: Fosphotos
on-news.gr
Στο άρθρο του με τίτλο «Η ανισότητα απειλεί τη Δημοκρατία» , ο κ. Παπανδρέου θέτει την ανισότητα
ως το βαθύτερο πρόβλημα της παγκόσμιας οικονομίας το οποίο, όπως σημειώνει, «δεν είχαμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε».
Στη συνέχει ο πρώην πρωθυπουργός ασκώντας κριτική στις πολιτικές που σκόπευαν να προωθήσουν την ανάκαμψη μετά την οικονομική κρίση, σημειώνει πώς το μόνο που κατάφεραν τελικά ήταν να διευρύνουν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Μάλιστα, φέρνει ως παράδειγμα την Ελλάδα, τονίζοντας ότι στη χώρα μας «505 άνθρωποι (0,05% του πληθυσμού) κατέχουν περίπου το 1/3 του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Παράλληλα, το 1/3 των Ελλήνων απειλούνται από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό»
«Η κατάσταση αυτή είναι ηθικά, οικονομικά και πολιτικά μη βιώσιμη. Απαιτεί δομικές αλλαγές στον τρόπο μέτρησης της οικονομικής προόδου και στον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε την «ανάκαμψη»», προσθέτει ο Γιώργος Παπανδρέου.
Αναλυτικά το άρθρο του:
«Η ανισότητα απειλεί τη Δημοκρατία
Δεν είναι λίγες οι αναλύσεις για τους κινδύνους στην παγκόσμια οικονομία, τις ανισορροπίες, τα θεσμικά ελλείμματα και την απορρύθμιση των αγορών, που έβαλαν την οικονομία στη δίνη ενός καθοδικού σπιράλ, μόλις πριν 5 χρόνια.
Όμως, η εμπειρία μου, ως Πρωθυπουργός, όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα, επιβεβαίωσε την πίστη μου, πως παρά το γεγονός ότι κάθε πρόκληση από τις παραπάνω είναι από μόνη της μία μεγάλη απειλή, δεν παύουν να είναι όλες τα συμπτώματα ενός βαθύτερου προβλήματος, που μέχρι σήμερα δεν είχαμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε: Την ανισότητα
Τα τρία τελευταία χρόνια το World Econimic Forum, ένας οργανισμός – ασπίδα του καπιταλισμού, έχει υποδείξει την ανισότητα στα εισοδήματα ως το μεγαλύτερο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία. Και ο Πρόεδρος Obama, πρόσφατα, δήλωσε πως θα αφιερώσει το υπόλοιπο της προεδρίας του στην καταπολέμηση της ανισότητας, αυτής που αποκάλεσε «την καθοριστική πρόκληση των εποχών μας». Τέτοιες ισχυρές δεσμεύσεις είναι τόσο ευπρόσδεκτες, όσο και αναγκαίες.
Δυστυχώς, όμως, κινούμαστε ακόμα προς τη λάθος κατεύθυνση.
Πολιτικές που σκόπευαν να προωθήσουν την οικονομική ανάκαμψη μετά την οικονομική κρίση, μόνο διεύρυναν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Σήμερα, οι 85 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο κατέχουν τόσο πλούτο όσο τα 3,5 δις των φτωχότερων ανθρώπων, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνά της η Oxfam. Από το 2009, το πλουσιότερο 1% των Αμερικανών έχει αποκομίσει το 95% των εισοδημάτων. Στην Ελλάδα, 505 άνθρωποι (0,05% του πληθυσμού) κατέχουν περίπου το 1/3 του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Παράλληλα, το 1/3 των Ελλήνων απειλούνται από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η κατάσταση αυτή είναι ηθικά, οικονομικά και πολιτικά μη βιώσιμη. Απαιτεί δομικές αλλαγές στον τρόπο μέτρησης της οικονομικής προόδου και στον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε την «ανάκαμψη».
Τα μακροπρόθεσμα κόστη της ανισότητας αυτής μας απειλούν, πέρα από τις εθνικές μας οικονομίες. Βρίσκεται σε κίνδυνο η ίδια η κοινωνική συνοχή καθώς τα επίπεδα διαβίωσης καταρρέουν και τα αναχώματα της κοινωνικής κινητικότητας, της παγκόσμιας παιδείας, υγείας, κοινωνικής ασφάλισης και των συλλογικών διαπραγματεύσεων απογυμνώνονται. Χωρίς ίσες ευκαιρίες οι πολίτες ούτε να μοιραστούν ισότιμα θα μπορούν, ούτε να δημιουργήσουν μέσα σε μία δυναμική, παγκόσμια οικονομία.
Αυτή η de facto αρνητική διάκριση βοηθά στην ανάδυση ενός επικίνδυνου, αναχρονιστικού καπιταλιστικού συστήματος, που διαστρεβλώνει την οικονομική ανάπτυξη και διαφθείρει τους δημοκρατικούς μας θεσμούς. Η ισχύς και η επιρροή εδραιώνονται και συγκεντρώνονται στην κορυφή του συστήματος, απορροφώντας δημόσιους πόρους προς ιδιωτικό όφελος. Τα οικονομικά οφέλη ιδιωτικοποιούνται ενώ η «χασούρα» κοινωνικοποιείται. Οι πολιτικές υπαγορεύονται από πανίσχυρα ειδικά συμφέροντα και τον όποιο πανικό των αγορών.
Οι πολίτες, δικαιολογημένα, αποξενώνονται και αγανακτούν από αυτή την έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης. Πολλοί βλέπουν την ίδια την Δημοκρατία ως μία χρεοκοπημένη έννοια και προτιμούν να απέχουν από τη συμμετοχή τους σ αυτή. Άλλοι στρέφονται σε ακραίες πολιτικές ομάδες, που τροφοδοτούν μια ακραία πολιτική πόλωση.
Οι δημοκρατίες μας δεν είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να λειτουργούν ισότιμα στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Για το λόγο αυτό, τα μέτρα που θα προωθήσουν την οικονομική ανάκαμψη στη μετά-κρίση εποχή, θα πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές που προωθούν και τη δημοκρατική ανάκαμψη, την αναδιανομή όχι μόνο του πλούτου αλλά και της εξουσίας στους πολίτες. Δημοψηφίσματα, επιτροπές πολιτών, αποκεντρωμένη εξουσία και ψηφιακή δημοκρατία είναι μερικά μόνο από τα διαθέσιμα εργαλεία, ικανά να ενδυναμώσουν τις κοινωνίες μας.
Η ανοικοδόμηση, όμως, της εμπιστοσύνης στη Δημοκρατία δεν αρκείται στη βεβαίωση της συμμετοχής. Παράλληλα με την προοδευτική φορολογία και το ελάχιστο όριο διαβίωσης, ένας απλός τρόπος αποκατάστασης της κοινωνικής ισότητας και δικαιοσύνης είναι ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Οι χρηματοοικονομικοί θεσμοί οφείλουν να καταλάβουν πως το να επενδύσουν ένα πολύ μικρό μέρος των κερδών τους στο κοινό καλό, θα αποβεί και προς το συμφέρον τους: Περισσότερες θέσεις εργασίας συνεπάγονται και μεγαλύτερη παραγωγικότητα, ενώ μεγαλύτερη κοινωνική ισότητα συνεπάγεται μικρότερη οικονομική και πολιτική αστάθεια.
Σ αυτούς που ισχυρίζονται πως «ο αδέσμευτος και απεριόριστος καπιταλισμός είναι κοινωνικό αγαθό» και πως «η μείωση της ανισότητας είναι μάταιη», ο Πάπας Φραγκίσκος έστειλε πρόσφατα ένα ισχυρό μήνυμα: «Σας ζητώ να διασφαλίσετε πως ο πλούτος εξυπηρετεί την ανθρωπότητα, δεν την κυριαρχεί». Αυτός πρέπει και να είναι ο στόχος του κάθε ηγέτη που ενδιαφέρεται για την μακροπρόθεσμη ευημερία και βιωσιμότητα της παγκόσμιας κοινωνίας μας».
Φωτογραφία: Fosphotos
on-news.gr
<< Αρχική σελίδα