Μυοσκελετικοί πόνοι: Η φυσικοθεραπεία μειώνει την ανάγκη των φαρμάκων
Η φυσικοθεραπεία στον ώμο, το γόνατο, τον αυχένα και τη μέση μπορεί
να καταπολεμά
αποτελεσματικά τον μυοσκελετικό πόνο, μειώνοντας την ανάγκη για ισχυρά παυσίπονα φάρμακα, σύμφωνα νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA Network Open.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η έγκαιρη φυσικοθεραπεία αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο για να τεθεί υπό έλεγχο ο μυοσκελετικός πόνος και να μειωθεί η ανάγκη για ισχυρά παυσίπονα, που δυνητικά μπορεί να οδηγήσουν σε εθισμό.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και το Πανεπιστήμιο Ντιουκ ανέλυσαν δεδομένα από περίπου 89.000 ασθενείς, ηλικίας 18-64 ετών. Βρήκαν πως όσοι άρχισαν φυσικοθεραπεία μέσα σε 3 μήνες από τη διάγνωση του μυοσκελετικού πόνου, είχαν έως και 16% λιγότερες πιθανότητες να χρειασθούν συνταγογράφηση ισχυρών παυσίπονων, συμπεριλαμβανομένων των οπιοειδών. Ακόμα κι αν χρειάζονταν ισχυρά παυσίπονα, με την έγκαιρη φυσικοθεραπεία μειωνόταν κατά 5-10% η δόση των φαρμάκων που χρειάζονταν.
«Οι πάσχοντες από μυοσκελετικούς πόνους στον ώμο, το γόνατο, τον αυχένα ή τη μέση πρέπει να εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο της φυσικοθεραπείας για να αντιμετωπίσουν την κατάστασή τους», είπε ο επικεφαλής της νέας μελέτης Eric Sun, επίκουρος καθηγητής Αναισθησιολογίας, Περιχειρουργικής Ιατρικής & Ιατρικής Πόνου στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ. Όπως εξήγησε, όλοι οι ασθενείς που εξετάστηκαν στην μελέτη έπασχαν από τόσο έντονους πόνους, ώστε μέσα σε 3 μήνες από την έναρξή τους ζητούσαν από τους γιατρούς να τους συνταγογραφήσουν κάποιο οπιοειδές αναλγητικό. Το 29% των ασθενών άρχισαν στο μεσοδιάστημα φυσικοθεραπεία.
Σε όσους ασθενείς χρειάσθηκαν ισχυρά παυσίπονα, η συνταγογράφηση των οπιοειδών έγινε μετά τον τρίτο μήνα από τη διάγνωση του μυοσκελετικού πόνου.
Οι ασθενείς που έκαναν φυσικοθεραπεία είχαν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να χρειασθούν οπιοειδή. Οι πιθανότητες αυτές ήταν μειωμένες κατά 7-16%, αναλόγως με τη θέση του πόνου τους. Όσοι, εξάλλου, χρησιμοποίησαν κάποιο οπιοειδές παρά την φυσικοθεραπεία που έκαναν, έλαβαν μικρότερη δόση. Κατά μέσον όρο ήταν 10% χαμηλότερη, απ’ ό,τι στους ασθενείς που δεν έκαναν φυσικοθεραπεία.
Τα οφέλη της φυσικοθεραπείας παρέμειναν εμφανή ακόμα και όταν οι γιατροί έλαβαν υπόψη άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την έκβαση των ασθενών (όπως την ηλικία τους και τυχόν άλλα προβλήματα υγείας).
Τα νέα ευρήματα, «υποστηρίζουν την άποψη ότι για τους πόνους στους μυς και τις αρθρώσεις πρέπει πρώτα να προσφέρονται στους ασθενείς μη φαρμακευτικές επιλογές», είπε ο Sun. «Ενισχύουν επίσης την άποψη ότι τα πιο ισχυρά παυσίπονα (τα οπιοειδή) πρέπει να αποτελούν την τελευταία λύση, όταν όλα τα άλλα έχουν αποτύχει».
Και προσθέτει: «Ασφαλώς η φυσικοθεραπεία χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να δράσει από ένα ισχυρό παυσίπονο, αλλά η προσπάθεια αξίζει τον κόπο. Κι αυτό, διότι το παυσίπονο καταπολεμά απλώς ένα σύμπτωμα, ενώ η φυσικοθεραπεία στοχεύει στη ρίζα του πόνου που μπορεί π.χ. να είναι ανισορροπίες στη μυϊκή δύναμη. Έτσι, μπορεί ο ασθενής να λαμβάνει π.χ. ένα οπιοειδές παυσίπονο για ένα μήνα και να νιώθει καλά, αλλά μόλις το διακόψει είναι πιθανό να επιστρέψει εκεί απ’ όπου άρχισε. Με τη φυσικοθεραπεία, όμως, θα είναι πολύ καλύτερα όταν την ολοκληρώσει. Επιπλέον, μπορεί να διατρέχει μειωμένες πιθανότητες υποτροπής όταν ολοκληρώσει τη θεραπεία του ή έστω να καθυστερήσει η υποτροπή του πόνου».
Πώς μπορεί όμως η φυσικοθεραπεία να καταπολεμά τους μυοσκελετικούς πόνους;
«Η φυσικοθεραπεία είναι μία από τις καλύτερες επιλογές για πάσχοντες από χρόνιο πόνο ή έπειτα από έναν τραυματισμό, καθώς μπορούμε να παρέμβουμε τόσο στην οξεία φάση (π.χ. laser και electrostimulation) όσο και μετά από αυτήν», εξηγεί ο κ. Κακαβάς. «Με τη βοήθεια της φυσικοθεραπείας οι μύες δυναμώνουν και ο ασθενής αποκτά σταδιακά καλύτερη και πιο ανώδυνη κινητικότητα. Στη διάρκειά της, αναζητούμε τις περιοχές με αδυναμία ή δυσκαμψία που μπορεί να ασκούν πρόσθετες πιέσεις στις εστίες του πόνου. Επιπλέον, αντιμετωπίζουμε τις επώδυνες περιοχές με συγκεκριμένες ασκήσεις που καταπραΰνουν τον πόνο και βελτιώνουν την κινητικότητα».
Ο κ. Κακαβάς συνεχίζει: «Το πρόγραμμα της φυσικοθεραπείας που προτείνουμε σε κάθε ασθενή είναι ειδικά σχεδιασμένο γι’ αυτόν, έπειτα από προσεκτική αξιολόγηση. Και αυτό, διότι θέλουμε να καταπολεμήσουμε την αιτία του πόνου του, ώστε να τον απαλλάξουμε και από το σύμπτωμα. Σε αυτό μας βοηθούν πολύ εξειδικευμένες φυσικοθεραπευτικές τεχνικές όπως η fysiotek. Με αυτήν, αναλύουμε την προσβεβλημένη περιοχή για να καταγράψουμε τα προβλήματά της και να καθορίσουμε το είδος και τη διάρκεια της απαιτούμενης αγωγής. Η fysiotek μπορεί να μειώσει ή να εξαλείψει τον πόνο, να ελαττώσει το οίδημα και να βελτιώσει την κινητικότητα, βοηθώντας έτσι σημαντικά ανθρώπους που δεν ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική αγωγή αλλά δεν μπορούν και να χειρουργηθούν».
αποτελεσματικά τον μυοσκελετικό πόνο, μειώνοντας την ανάγκη για ισχυρά παυσίπονα φάρμακα, σύμφωνα νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA Network Open.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η έγκαιρη φυσικοθεραπεία αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο για να τεθεί υπό έλεγχο ο μυοσκελετικός πόνος και να μειωθεί η ανάγκη για ισχυρά παυσίπονα, που δυνητικά μπορεί να οδηγήσουν σε εθισμό.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και το Πανεπιστήμιο Ντιουκ ανέλυσαν δεδομένα από περίπου 89.000 ασθενείς, ηλικίας 18-64 ετών. Βρήκαν πως όσοι άρχισαν φυσικοθεραπεία μέσα σε 3 μήνες από τη διάγνωση του μυοσκελετικού πόνου, είχαν έως και 16% λιγότερες πιθανότητες να χρειασθούν συνταγογράφηση ισχυρών παυσίπονων, συμπεριλαμβανομένων των οπιοειδών. Ακόμα κι αν χρειάζονταν ισχυρά παυσίπονα, με την έγκαιρη φυσικοθεραπεία μειωνόταν κατά 5-10% η δόση των φαρμάκων που χρειάζονταν.
«Οι πάσχοντες από μυοσκελετικούς πόνους στον ώμο, το γόνατο, τον αυχένα ή τη μέση πρέπει να εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο της φυσικοθεραπείας για να αντιμετωπίσουν την κατάστασή τους», είπε ο επικεφαλής της νέας μελέτης Eric Sun, επίκουρος καθηγητής Αναισθησιολογίας, Περιχειρουργικής Ιατρικής & Ιατρικής Πόνου στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ. Όπως εξήγησε, όλοι οι ασθενείς που εξετάστηκαν στην μελέτη έπασχαν από τόσο έντονους πόνους, ώστε μέσα σε 3 μήνες από την έναρξή τους ζητούσαν από τους γιατρούς να τους συνταγογραφήσουν κάποιο οπιοειδές αναλγητικό. Το 29% των ασθενών άρχισαν στο μεσοδιάστημα φυσικοθεραπεία.
Σε όσους ασθενείς χρειάσθηκαν ισχυρά παυσίπονα, η συνταγογράφηση των οπιοειδών έγινε μετά τον τρίτο μήνα από τη διάγνωση του μυοσκελετικού πόνου.
Οι ασθενείς που έκαναν φυσικοθεραπεία είχαν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να χρειασθούν οπιοειδή. Οι πιθανότητες αυτές ήταν μειωμένες κατά 7-16%, αναλόγως με τη θέση του πόνου τους. Όσοι, εξάλλου, χρησιμοποίησαν κάποιο οπιοειδές παρά την φυσικοθεραπεία που έκαναν, έλαβαν μικρότερη δόση. Κατά μέσον όρο ήταν 10% χαμηλότερη, απ’ ό,τι στους ασθενείς που δεν έκαναν φυσικοθεραπεία.
Τα οφέλη της φυσικοθεραπείας παρέμειναν εμφανή ακόμα και όταν οι γιατροί έλαβαν υπόψη άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την έκβαση των ασθενών (όπως την ηλικία τους και τυχόν άλλα προβλήματα υγείας).
Τα νέα ευρήματα, «υποστηρίζουν την άποψη ότι για τους πόνους στους μυς και τις αρθρώσεις πρέπει πρώτα να προσφέρονται στους ασθενείς μη φαρμακευτικές επιλογές», είπε ο Sun. «Ενισχύουν επίσης την άποψη ότι τα πιο ισχυρά παυσίπονα (τα οπιοειδή) πρέπει να αποτελούν την τελευταία λύση, όταν όλα τα άλλα έχουν αποτύχει».
Ο ρόλος της φυσικοθεραπείας
«Τα ευρήματα αποδεικνύουν πόσο σημαντική μπορεί να είναι η φυσικοθεραπεία όχι μόνο για την αποκατάσταση της κινητικότητας και την επίσπευση της ανάρρωσης των μυοσκελετικών παθήσεων, αλλά και για την αντιμετώπιση του πιο δυσβάσταχτου συμπτώματός τους: του πόνου», λέει ο φυσικοθεραπευτής-χειροθεραπευτής Γιώργος Κακαβάς, από το Fysiotek Sports and Spine Lab.Και προσθέτει: «Ασφαλώς η φυσικοθεραπεία χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να δράσει από ένα ισχυρό παυσίπονο, αλλά η προσπάθεια αξίζει τον κόπο. Κι αυτό, διότι το παυσίπονο καταπολεμά απλώς ένα σύμπτωμα, ενώ η φυσικοθεραπεία στοχεύει στη ρίζα του πόνου που μπορεί π.χ. να είναι ανισορροπίες στη μυϊκή δύναμη. Έτσι, μπορεί ο ασθενής να λαμβάνει π.χ. ένα οπιοειδές παυσίπονο για ένα μήνα και να νιώθει καλά, αλλά μόλις το διακόψει είναι πιθανό να επιστρέψει εκεί απ’ όπου άρχισε. Με τη φυσικοθεραπεία, όμως, θα είναι πολύ καλύτερα όταν την ολοκληρώσει. Επιπλέον, μπορεί να διατρέχει μειωμένες πιθανότητες υποτροπής όταν ολοκληρώσει τη θεραπεία του ή έστω να καθυστερήσει η υποτροπή του πόνου».
Πώς μπορεί όμως η φυσικοθεραπεία να καταπολεμά τους μυοσκελετικούς πόνους;
«Η φυσικοθεραπεία είναι μία από τις καλύτερες επιλογές για πάσχοντες από χρόνιο πόνο ή έπειτα από έναν τραυματισμό, καθώς μπορούμε να παρέμβουμε τόσο στην οξεία φάση (π.χ. laser και electrostimulation) όσο και μετά από αυτήν», εξηγεί ο κ. Κακαβάς. «Με τη βοήθεια της φυσικοθεραπείας οι μύες δυναμώνουν και ο ασθενής αποκτά σταδιακά καλύτερη και πιο ανώδυνη κινητικότητα. Στη διάρκειά της, αναζητούμε τις περιοχές με αδυναμία ή δυσκαμψία που μπορεί να ασκούν πρόσθετες πιέσεις στις εστίες του πόνου. Επιπλέον, αντιμετωπίζουμε τις επώδυνες περιοχές με συγκεκριμένες ασκήσεις που καταπραΰνουν τον πόνο και βελτιώνουν την κινητικότητα».
Ο κ. Κακαβάς συνεχίζει: «Το πρόγραμμα της φυσικοθεραπείας που προτείνουμε σε κάθε ασθενή είναι ειδικά σχεδιασμένο γι’ αυτόν, έπειτα από προσεκτική αξιολόγηση. Και αυτό, διότι θέλουμε να καταπολεμήσουμε την αιτία του πόνου του, ώστε να τον απαλλάξουμε και από το σύμπτωμα. Σε αυτό μας βοηθούν πολύ εξειδικευμένες φυσικοθεραπευτικές τεχνικές όπως η fysiotek. Με αυτήν, αναλύουμε την προσβεβλημένη περιοχή για να καταγράψουμε τα προβλήματά της και να καθορίσουμε το είδος και τη διάρκεια της απαιτούμενης αγωγής. Η fysiotek μπορεί να μειώσει ή να εξαλείψει τον πόνο, να ελαττώσει το οίδημα και να βελτιώσει την κινητικότητα, βοηθώντας έτσι σημαντικά ανθρώπους που δεν ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική αγωγή αλλά δεν μπορούν και να χειρουργηθούν».
<< Αρχική σελίδα