Γαλακτωματοποιητές (E433 & E466) συνδέονται με τον καρκίνο του παχέος εντέρου
Δύο πρόσθετα τροφίμων μπορεί να συμβάλλουν στην εμφάνιση του καρκίνου
του παχέος εντέρου, σύμφωνα με μελέτη που αφορούσε ποντίκια και
δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cancer Research από
ερευνητές του Institute for Biomedical Sciences στο Georgia State University. Μετά από αυτή τη μελέτη, πρέπει να εξεταστεί τυχόν επίδρασή τους στον άνθρωπο.
Πρόκειται για δύο γαλακτωματοποιητές και προστίθενται στα επεξεργασμένα τρόφιμα: την μονοελαϊκή πολυοξυαιθυλενοσορβιτάνη (polysorbate 80 ή Tween 80) ή E433 και την καρβοξυµεθυλική κυτταρίνη (carboxymethylcellulose) ή E466. Οι γαλακτωματοποιητές είναι πρόσθετα τροφίμων με σκοπό να βελτιωθεί η υφή και να παραταθεί η διάρκεια ζωής τους στο ράφι.
Η μονοελαϊκή πολυοξυαιθυλενοσορβιτάνη προέρχεται από την επεξεργασία του ελαϊκού οξέος το οποίο αποτελεί το βασικό λιπαρό οξύ του ελαιόλαδου. Χρησιμοποιείται σε κρασιά, παγωτά, σάλτσες και πολλά άλλα τρόφιμα καθώς επίσης και σε εμβόλια. Η καρβοξυµεθυλική κυτταρίνη χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, επίσης σε κρασιά και παγωτά καθώς και στο γιαούρτι. Είναι ευδιάλυτη και μπορεί να υποστεί ζύμωση στο παχύ έντερο. Υψηλές συγκεντρώσεις της μπορεί να προκαλέσουν εντερικά προβλήματα όπως πρήξιμο, δυσκοιλιότητα και διάρροια.
Στο πλαίσιο της μελέτης, τα ποντίκια λάμβαναν τροφή εμπλουτισμένη με τους τους γαλακτωματοποιητές E433 και E466 σε δόσεις παρόμοιες με αυτές που προστίθενται στα περισσότερα τρόφιμα που καταναλώνει ο άνθρωπος. Διαπιστώθηκε ότι με το πέρασμα του χρόνου άλλαξε σημαντικά το μικροβίωμα του εντέρου των ποντικιών και αναπτύχθηκε χαμηλού βαθμού φλεγμονή.
Η συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του παχέος εντέρου έχει αυξηθεί αρκετά από τα μέσα του 20ου αιώνα ο οποίος, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αποτελεί σήμερα την τέταρτη κυριότερη αιτία θανάτου από καρκίνο στον κόσμο, κοστίζοντας τη ζωή σε 694.000 ανθρώπους.
Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η εμφάνιση του καρκίνου του παχέος εντέρου συνδέεται με την μικροβιακή χλωρίδα (μικροβίωμα) του εντέρου, δηλαδή το είδος των βακτηρίων που κατοικούν σ’ αυτό. Η ίδια ερευνητική ομάδα είχε ανακοινώσει παλιότερα ότι η κατανάλωση διατροφικών γαλακτωματοποιητών προκαλεί χαμηλού βαθμού φλεγμονή στο παχύ έντερο, η οποία είναι εμφανής σε πολλά κρούσματα καρκίνου του παχέος εντέρου και στα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (νόσος του Crohn και ελκώδης κολίτιδα), η συχνότητα των οποίων επίσης αυξάνεται.
«Ένα γνώρισμα του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι το αλλοιωμένο εντερικό μικροβίωμα που δημιουργεί το κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη των όγκων», ανέφερε η Emilie Viennois, επικεφαλής της μελέτης και επίκουρη καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Βιοϊατρικών Επιστημών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Τζώρτζια.
«Η δραματική αύξηση στην συχνότητα αυτών των νοσημάτων παρατηρείται ανεξάρτητα από τυχόν γενετικές επιδράσεις, γεγονός που υποδηλώνει τον καθοριστικό ρόλο της διατροφής», δήλωσε ο Benoit Chassaing, επίκουρος καθηγητής στο Ινστιτούτο Βιοϊατρικών Επιστημών, ο οποίος συμμετείχε στη μελέτη.
Οι ερευνητές πάντως εξήγησαν ότι τα ευρήματά τους δεν σημαίνουν κατ’ ανάγκη μια σχέση αιτίας-αποτελέσματος, ούτε ότι ισχύουν οπωσδήποτε στον άνθρωπο. Αυτό θα πρέπει να εξεταστεί από νέες μελέτες.
Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ, το Αμερικανικό Ίδρυμα για τη νόσο του Crohn και την ελκώδη κολίτιδα και το Τμήμα Υποθέσεων Βετεράνων.
ερευνητές του Institute for Biomedical Sciences στο Georgia State University. Μετά από αυτή τη μελέτη, πρέπει να εξεταστεί τυχόν επίδρασή τους στον άνθρωπο.
Πρόκειται για δύο γαλακτωματοποιητές και προστίθενται στα επεξεργασμένα τρόφιμα: την μονοελαϊκή πολυοξυαιθυλενοσορβιτάνη (polysorbate 80 ή Tween 80) ή E433 και την καρβοξυµεθυλική κυτταρίνη (carboxymethylcellulose) ή E466. Οι γαλακτωματοποιητές είναι πρόσθετα τροφίμων με σκοπό να βελτιωθεί η υφή και να παραταθεί η διάρκεια ζωής τους στο ράφι.
Η μονοελαϊκή πολυοξυαιθυλενοσορβιτάνη προέρχεται από την επεξεργασία του ελαϊκού οξέος το οποίο αποτελεί το βασικό λιπαρό οξύ του ελαιόλαδου. Χρησιμοποιείται σε κρασιά, παγωτά, σάλτσες και πολλά άλλα τρόφιμα καθώς επίσης και σε εμβόλια. Η καρβοξυµεθυλική κυτταρίνη χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, επίσης σε κρασιά και παγωτά καθώς και στο γιαούρτι. Είναι ευδιάλυτη και μπορεί να υποστεί ζύμωση στο παχύ έντερο. Υψηλές συγκεντρώσεις της μπορεί να προκαλέσουν εντερικά προβλήματα όπως πρήξιμο, δυσκοιλιότητα και διάρροια.
Αλλάζουν το μικροβίωμα
Η μονοελαϊκή πολυοξυαιθυλενοσορβιτάνη και η καρβοξυµεθυλική κυτταρίνη φαίνεται πως επιδρούν στα εντερικά βακτήρια με τρόπο που προάγει τη φλεγμονή του εντέρου και τον καρκίνο του παχέος εντέρου, σύμφωνα με τους ερευνητές.Στο πλαίσιο της μελέτης, τα ποντίκια λάμβαναν τροφή εμπλουτισμένη με τους τους γαλακτωματοποιητές E433 και E466 σε δόσεις παρόμοιες με αυτές που προστίθενται στα περισσότερα τρόφιμα που καταναλώνει ο άνθρωπος. Διαπιστώθηκε ότι με το πέρασμα του χρόνου άλλαξε σημαντικά το μικροβίωμα του εντέρου των ποντικιών και αναπτύχθηκε χαμηλού βαθμού φλεγμονή.
Η συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του παχέος εντέρου έχει αυξηθεί αρκετά από τα μέσα του 20ου αιώνα ο οποίος, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αποτελεί σήμερα την τέταρτη κυριότερη αιτία θανάτου από καρκίνο στον κόσμο, κοστίζοντας τη ζωή σε 694.000 ανθρώπους.
Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η εμφάνιση του καρκίνου του παχέος εντέρου συνδέεται με την μικροβιακή χλωρίδα (μικροβίωμα) του εντέρου, δηλαδή το είδος των βακτηρίων που κατοικούν σ’ αυτό. Η ίδια ερευνητική ομάδα είχε ανακοινώσει παλιότερα ότι η κατανάλωση διατροφικών γαλακτωματοποιητών προκαλεί χαμηλού βαθμού φλεγμονή στο παχύ έντερο, η οποία είναι εμφανής σε πολλά κρούσματα καρκίνου του παχέος εντέρου και στα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (νόσος του Crohn και ελκώδης κολίτιδα), η συχνότητα των οποίων επίσης αυξάνεται.
«Ένα γνώρισμα του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι το αλλοιωμένο εντερικό μικροβίωμα που δημιουργεί το κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη των όγκων», ανέφερε η Emilie Viennois, επικεφαλής της μελέτης και επίκουρη καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Βιοϊατρικών Επιστημών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Τζώρτζια.
«Η δραματική αύξηση στην συχνότητα αυτών των νοσημάτων παρατηρείται ανεξάρτητα από τυχόν γενετικές επιδράσεις, γεγονός που υποδηλώνει τον καθοριστικό ρόλο της διατροφής», δήλωσε ο Benoit Chassaing, επίκουρος καθηγητής στο Ινστιτούτο Βιοϊατρικών Επιστημών, ο οποίος συμμετείχε στη μελέτη.
Οι ερευνητές πάντως εξήγησαν ότι τα ευρήματά τους δεν σημαίνουν κατ’ ανάγκη μια σχέση αιτίας-αποτελέσματος, ούτε ότι ισχύουν οπωσδήποτε στον άνθρωπο. Αυτό θα πρέπει να εξεταστεί από νέες μελέτες.
Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ, το Αμερικανικό Ίδρυμα για τη νόσο του Crohn και την ελκώδη κολίτιδα και το Τμήμα Υποθέσεων Βετεράνων.
<< Αρχική σελίδα